Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Απαλοκαιργιές - Απ' τη ζωή του νησιού μου (Γεωργίου Πεταλιανού-Θεολόγου)

"Του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο νάναι μέρα"

Τώρα με τις θείες λιακάδες και τις φεγγαρόλουστες νύχτες του Γενάρη, πετώ πάλι με τη φαντασία μου στο νησάκι μας, κι ανάμεσα στις ωμορφιές του, ζω και χαίρομαι τις δικές του γλυκές ώρες, κάτω απ' τα ζεστά φιλιά του ήλιου του και τα γλυκά χάδια του φεγγαριού του.
  Να την και κει. Χιλιόχρωμη η αυγή. Ολόχρυσος σκα μεσ' απ' τη θάλασσα ο δίσκος του ήλιου. Καταπράσινα τα χωράφια απ' τα σπαρτά. Μυρίζουν τα χώματα κι οι πέτρες απ' τ' απόβροχο. Κι οι ηλιαχτίνες που πέφτουν στις στάλες της πρωινής δροσιάς και κάνουν να λαμποκοπούν σε χίλια δυο τρελλά χρώματα, σαν τ' ατίμητα πετράδια. Μέσα στην καρδιά του χειμώνα η άνοιξη στέλλει ξαφνικό το μήνυμά της. Κάτω απ' τη χρυσή ηλιοβροχή ξεπροβάλλει κάποιο κλαδί ανθισμένης αμυγδαλιάς και στ' άλλα δεντρικά, στις θάμνοι και στα λουλούδια φουσκωμένα τα μπουμπούκια είναι έτοιμα να ξεχυθούν σε φύλλα και σ' ανθοί στο χάδι του ήλιου.
    Γαλήνια κι η θάλασσα που βρέχει το νησάκι μας, "Κυούσης δε της αλκυόνος ίσταται τα πελάγη, φιλίαν δε και ειρήνην άγουσιν άνεμοι".
Γλύφει τα βράχια και τις αμμουδιές και το κυμματακι ήσυχο σβύνει σαν φιλί πάνω στο γυαλό...
....Η κερά-Καλλίτσα με το καλαθάκι της στο χέρι τραβά ξοπίσω της την κατσίκα με τα ρίφια. Πάει στου Καλαμπελά. Ναψη τον Άη Γιωργάκη. Να μαντζέψη χορταράκια για το βραδυνό. Να βοσκήση το παμπάκιο της. Το κερά-Κατέ από πωρνό πωρνό έχει στημένη τη μπουάδα του στο Φλεϊ. Τούκου-τούκου γροικιέται ο κόπανός της. Οι νήες πάνε με γέλοια και τραγούδια και χαρές και κρυφομιλήματα στο τάξιμο της Παναγιάς και να μαντζέψουνε κουτσουνάδες, μαντηλήδες και πορύχια. Κι οι δαιμόνοι (τα παιδιά), σκαστοί απ' το σκογειό, σε καένα στενό χαίρουνται τη λιακάδα παίζοντας σβούροι και κορκοκύλες. Κι άλλοι στον ποταμό, στη λάκκα, κολυμπούνε, τα ξύλινα και ντενεκεδένια καραβάκια τους με τα λευκά πανιά τους. Η λαλά με τη ρόκχα στο χέρι και ο παππούς με το κομπολόι, καθισμένοι στην πορτοπούλα ζεσταίνουν στο νήγιο τα γέρικα κόκχαλά τους. Όλοι κι όλα, άνθρωποι και ζωντανά χαίρουνται την καλωσυνάτη μέρα. Τα πρόβατα βόσκουν στο χωράφι. Τ' αρνιά χοροπηδούν. Τα βούγδια, άλλα χαίρουνται το τριφύλλι κι άλλα αναμασούν ξέγνοιαστα. Κι ο γάιδαρος ξεγελασμένος απ' τον καιρό παίρνει για Μάη το Γενάρη και σηκώνοντας την κεφάλα του στέλλει το κάλεσμά του στην πρόωρα ερωτοχτυπημένη πουλάρα του κυρ-Νικολού.
   Ζάχαρι κυλά η μέρα στην ωμορφιά και την καλωσύνη, κάτω απ' τη θαλπωρή του ήλιου. Και να το σούρουπο. Τα φώσια ανάβγουν ένα-ένα στα σπίτια μαζί με τ' άστρα τ' ουρανού. Να το φεγγάρι...Σαν να κολυμπά στο άπειρο του στερεώματος ασημώνει με τα ασήμια του το νησάκι μας. Γύρω απ' το φτωχό τραπέζι που το φωτίζει ο λύχνος, με το λιτό βραδυνό με χορταράκια, με βρεμμένο μιαδερό ψωμάκι στο τζουμί, με μια ρέγγα μ' εληές και με κρομμύδι και μ' ένα ποτήρι κρασί, η φαμίλια δειπνά. Κάνουν το σταυρό τους, ευχαριστούν τον καλό Θεό και πάνε να ξεκουράσουν το κορμί τους απ' τον κόπο της ημέρας. Μαζί τους τώρα κοιμάται και το νησάκι μας που λικνίζεται ήσυχα πάνω στην ασημένια θάλασσα. Όλα κοιμούνται το γλυκό ύπνο μεσ' στ' όνειρο της νύχτας. Μονάχα οι κάτθες πιστοί στην εθιμοτυπία τους και στην προσταγή της φύσης χαίρουνται τον έρωτά τους κάτω απ' το γενναριάτικο φεγγάρι.
-Νιάουυυυυυυυυ!!!!!Νιάουυυυυυυυυ!!!!
-Νιάρρρρρρρρρρ!!!!!Νιάρρρρρρρρρρ!!!!
  Ένας σαματάς γροικιέται μεσ' την νύχτα. Το μάνταλο τρίντζει! Το πορτέλλο ανοίει! Είναι το Τζαμπώ, η γεροντοκόρη. Σκανδαλισμένη απ' τον πειρασμό δεν μπορεί να κλείσει μάτθι απόψε με τις ψόφοι. Μισόγδυμνη, με μια μάτσα στο χέρι, σαν δουγιατό, βλαστημοκοπά.
-Κατσσσσσσσσσσ!!!!Κατσσσσσσ!!!Φωτιά να σας εκάψη διαόλοι, επαδά ηβρίκατε νάρχετε να βγάλετε τα στραβά σας. Κατσσσσ!!!
    Το φεγγάρι από ψηλά σας να χαμογελά!! 
Γενάρης 1943

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου